Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη, 17.01.2020
Για αρκετούς λόγους θεώρησα καταρχήν ενδιαφέρουσα και πιθανόν θετική την επιλογή και τη σχεδόν καθολική αποδοχή της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, για το ύπατο αξίωμα της προέδρου της Δημοκρατίας. Και τούτο επειδή, πρώτον θα έπρεπε από καιρό μια γυναίκα να έχει ανέλθει σε αυτό το αξίωμα. Ωστόσο, παρά τον πολύ σημαντικό αυτό συμβολισμό, στον οποίο προφανώς αναζήτησε ο Πρωθυπουργός πρωτοποριακό στοιχείο στην επιλογή του, θα έπρεπε ωστόσο να αποφευχθεί η υπερβολική υπογράμμιση της σημασίας του. Γιατί, ναι μεν αυτή η πλευρά της πρωθυπουργικής επιλογής ανανεώνει και εκσυγχρονίζει την εικόνα της χώρας μας, στο εσωτερικό όσο και στην αλλοδαπή, όμως θα ήταν απαράδεκτο να αποτελέσει την κυρίαρχη ερμηνεία της. Και πέρα, όμως, από αυτή την αυταπόδεικτη παρατήρησή μου, γύρισα χρόνια πίσω σε προσωπικές μου εμπειρίες, ως πρώτης γυναίκας πρύτανη ελληνικού ΑΕΙ. Ανανέωσα έτσι την πεποίθησή μου, ότι σε ανάλογες περιπτώσεις, το φύλο είναι προτιμότερο να μην προβάλλεται σε πρώτη γραμμή, γιατί τελικά υποτιμά τις επιτυχημένες γυναίκες. Πράγματι, τα ΜΜΕ, και όλοι όσοι συναλλάσσονται με γυναίκες σε υψηλά αξιώματα, έχουν την τάση να εκλαμβάνουν αυτό το γεγονός ως εξαιρετικό και περίπου μη κανονικό και, συνεπώς, να συμπεριφέρονται με διαφορετικό τρόπο από αυτόν, αν είχαν να κάνουν με άνδρες. Αλλά και δεύτερον, δεδομένου ότι πέρα από την γυναικεία της ιδιότητα, η όλη προσωπικότητα της κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου διαθέτει αρκετά σημαντικά προσόντα, το βάρος της επιλογής της επιβάλλεται να ριφθεί σε αυτά. Δηλαδή, στην εξαγωγή ενός νοητικού συμπεράσματος, που να πείθει ότι και μεταξύ ανδρών συνυποψηφίων της, για το αξίωμα του προέδρου της Δημοκρατίας, θα υπερίσχυε, λόγω ενισχυμένων προσόντων, η δική της υποψηφιότητα.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Με βάση τα σχετικά δημοσιεύματα, στον Τύπο, εφόσον δεν έτυχε να γνωρίζω την κυρία Σακελλαροπούλου, θεωρώ ως το σημαντικότερο προσόν της την πρωτιά της στη θέση της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αποτελεί και την αναγνώριση των προωθημένων νομικών της γνώσεων, καθώς και της καταρχήν ορθολογικής της κρίσης. Η δική της αυτή πρωτιά, όσο και όλες οι προηγούμενες, που σώρευσαν υπομονετικά για ατέλειωτα χρόνια, πρωτιές Ελληνίδων, υπήρξαν οι σκαπανείς, που άνοιξαν έναν πολύ τραχύ δρόμο για την άνοδο της κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, στην ψηλότερη κορυφή. Θα προσθέσω, ακόμη, και κάποια άλλα χαρακτηριστικά της νέας προέδρου της Δημοκρατίας, που συμπληρώνουν το πορτραίτο της, και όχι μόνο το επιστημονικό, αλλά και το ευρύτερα ευαίσθητο και ανθρώπινο. Θεωρώ, καταρχήν, ιδιαίτερα εποικοδομητικό το βάπτισμα της κυρίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου, στην επιστημονική «κολυμβήθρα του Σιλωάμ», τη Σορβόννη. Διότι, σε πείσμα του χρόνου που κυλά, το μοναδικής υφής περιβάλλον της Σορβόννης παραμένει ουσιαστικά αναλλοίωτο. Και παρότι απροσδιόριστο, κατορθώνει ωστόσο να εισβάλλει στο νου και στην ψυχή, με προδιαγραφές ανθρωπιστικές, καλλιτεχνικές, ιστορικές, επαναστατικές, ανεξαρτησίας, ισότητας και πλήθος άλλων. Σπεύδω, ακόμη, να αναδείξω, ως εξαιρετικά σημαντικό προσόν της νέας Προέδρου μας, την αγάπη της για τα ζώα, αλλά και να εκφράσω την ευχή όπως, στο διάστημα της θητείας της, φροντίσει αποτελεσματικά για την τύχη τους. Άμεση είναι η ανάγκη να εκπολιτιστεί η χώρα μας στον πολύ ευαίσθητο αυτό χώρο, ώστε να πάψουν βάρβαρες περιπτώσεις κακοποίησής τους. Θετικό, βέβαια, είναι και το ενδιαφέρον της κυρίας Σακελλαροπούλου, σχετικά με την επιδείνωση του κλίματος, που απειλεί με εξαφάνιση τον πλανήτη μας. Ωστόσο, χωρίς ουδόλως να υποτιμώ την ανάγκη λήψης μέτρων, για τον περιορισμό καταστροφών, ως οικονομολόγος θεωρώ ότι η άμεση προτεραιότητα αυτής της περιόδου για την Ελλάδα, είναι η επιστράτευση των δυνατοτήτων όλων μας, προκειμένου να κλείσουν οι αιμορραγούσες πληγές, εθνικές, δημογραφικές, οικονομικές και κοινωνικές.
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν διαθέτει αρμοδιότητες και εκτελεστική εξουσία. Η συμπεριφορά του, ωστόσο, η οπτική γωνία κάτω από την οποία τοποθετεί τα σημαντικά γεγονότα της χώρας, είναι καταλυτικής σημασίας από πολλές πλευρές. Είναι αυτός που δίνει τον τόνο, επιλέγοντας την ορθή κατεύθυνση που πρέπει σε κάθε περίπτωση να ακολουθηθεί. Ο εκάστοτε πρόεδρος Δημοκρατίας έχει ιερή υποχρέωση να σέβεται την εκφρασμένη βούληση του ελληνικού λαού, έστω και όταν, έστω και αν οι κυβερνητικές αποφάσεις αντιτίθενται, για διάφορους λόγους, προς αυτήν. Αναφέρομαι, βέβαια, στην τραυματική περίπτωση του δημοψηφίσματος του 2015, στο οποίο πάνω από το 60% των πολιτών ήταν εναντίον της πολιτικής λιτότητας, που επέβαλε η ΕΕ και που εφάρμοζαν πειθήνια οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις. Χωρίς αμφιβολία, ο ρόλος ενός προέδρου της Δημοκρατίας, που θα ήθελε να είναι στις καρδιές των Ελλήνων, αλλά και να παραμείνει ως αξιόλογος στην ιστορία, όφειλε να πορευτεί σύμφωνα με τη βούληση της πλειοψηφίας του λαού, και όχι να αναζητεί μεθοδεύσεις αλλοίωσής της. Δυστυχώς, η ίδια κακή εμπειρία επαναλήφθηκε και στην περίπτωση της προδοτικής συμφωνίας των Πρεσπών, στην οποία αγνοήθηκε με προκλητικό τρόπο η εναντίωση σε αυτήν του 80% του ελληνικού λαού, και τελικά επισημοποιήθηκε με την υπογραφή του προέδρου της Δημοκρατίας. Περιττό να προσθέσω την απροσμέτρητη ανάγκη της Ελλάδας, που επί δέκα χρόνια κακοποιείται με Μνημόνια και υποδούλωση, να έχει πρόεδρο Δημοκρατίας, που να την υπηρετεί, έστω και μόνο με συμβολισμούς, ακόμη και όταν διαφωνεί με την εκάστοτε Κυβέρνηση.
Και τώρα ήρθε η στιγμή να ομολογήσω ότι έχω ανάγκη να ελπίζω ότι η κυρία Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, θα ασπαστεί και θα σεβαστεί αυτή την ανεκτίμητη δυνατότητα, που της προσφέρει η εξέχουσα θέση της, και που χωρίς να της κατοχυρώνει διακριτές αρμοδιότητες, της εξασφαλίζει κυρίαρχη, και δυνητικά αποφασιστική εξουσία στη δημιουργία όχι μόνο εντυπώσεων, αλλά και εξελίξεων.
Δυστυχώς, με βάση συγκεντρωτικές πληροφορίες των ΜΜΕ, η κυρία Σακελλαροπούλου, ως ανώτατη δικαστική λειτουργός, σωρεύει πολλά και σοβαρά δείγματα έλλειψης σεβασμού, στην πλειοψηφική βούληση του ελληνικού λαού. Παρότι, με βάση την αρχή ότι οι δικαστικές αποφάσεις δεν υπόκεινται σε κριτική, και παρά το γεγονός ότι αυτές στις οποίες αναφέρομαι τραυματίζουν βαθιά και σε ιδιαιτέρως κρίσιμα πεδία τα αισθήματα των Ελλήνων, επιλέγω προς το παρόν ως υπέρτατη ανάγκη τη συντήρηση ελπίδας ή και ακόμη ουτοπίας, για την έλευση καλύτερων ημερών. Έτσι, μένω προς το παρόν στις ακόλουθες δύο υποθέσεις:
*πρώτον, ότι τα κριτήρια λήψης αποφάσεων δικαστού και προέδρου της Δημοκρατίας, είναι πολύ διαφορετικά, αλλά και
*δεύτερον, ότι αν η θέση της κυρίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, σε θέματα αιχμής, όπως η συμφωνία των Πρεσπών, τα απευκταία Μνημόνια ή οι μειώσεις μισθών και συντάξεων, ήταν αντικυβερνητική, προφανώς ουδέποτε θα είχε προταθεί για το αξίωμα της προέδρου της Δημοκρατίας.