Η μακροχρόνια οργή της ΕΕ εναντίον του Ούγγρου ηγέτη Βίκτορ Όρμπαν βρήκε διέξοδο στις 12 Σεπτεμβρίου στο Στρασβούργο, με αφορμή έκθεση της Ολλανδής βουλευτού Τζούντιθ Σαργκεντίνι. Με βάση το περιεχόμενο αυτής της έκθεσης, που κατηγορούσε τον Ούγγρο πρωθυπουργό για παραβίαση των ευρωπαϊκών αξιών (με επίκεντρο την αντι-μεταναστευτική του συμπεριφορά), επιστρατεύτηκε για δεύτερη φορά στην ιστορία της ΕΕ το άρθρο 7 (η πρώτη ήταν το 2017 εναντίον της Πολωνίας), προς το παρόν για να τον επιπλήξει. Η πρόταση συγκέντρωσε 448 ψήφους εναντίον του Όρμπαν και 197 υπέρ του.
Να υπενθυμίσω ότι ο Όρμπαν εκλέχτηκε θριαμβευτικά στις 8 Απριλίου του 2018, για τέταρτη φορά στην Ουγγαρία (βρίσκεται στην εξουσία από το 1998-2002), με 134 έδρες από τις 199 και με συμμετοχή 70%. Την ημέρα των εκλογών ο Οργανισμός Ασφάλειας και Συνεργασίας στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), τοποθέτησε παρατηρητές στην Ουγγαρία, οι οποίοι αναγκάστηκαν να παραδεχθούν ότι «γενικώς υπήρξε σεβασμός στις ελευθερίες και στα ατομικά δικαιώματα» και ακόμη ότι «η οργάνωση, την ημέρα των εκλογών ήταν διαυγής και επαγγελματική«.
Ένα σημαντικό τμήμα του ευρωπαϊκού πληθυσμού, δηλώνει, από κοινού με τον Ούγγρο ηγέτη ότι δεν εκλαμβάνει το πολίτευμα της «φιλελεύθερης δημοκρατίας» ως μοναδικό, αλλά ούτε και ως αδιαφιλονίκητα άριστο σχήμα διακυβέρνησης των σύγχρονων οικονομιών της υφηλίου.
Με επικεφαλής τον Όρμπαν, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Τσεχία, η Πολωνία και η Ρουμανία αμφισβητούν ανοικτά την επιλογή του δυτικού μοντέλου που επιβάλλει, μεταξύ άλλων, τη χωρίς όρους, διάνοιξη των εθνικών συνόρων σε πρόσφυγες και παράνομους μετανάστες. Εντελώς πρόσφατα στις παραπάνω αυτές τάσεις προστίθεται και η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του Γιάνεζ Γιάνσα στη Σλοβενία, με τη στήριξη και την πλήρη αποδοχή του Όρμπαν.
Άνοδος των αντισυστημικών
Επιχειρηματίες της Ουγγαρίας, λόγω της αυξημένης επιρροής του Όρμπαν στην περιοχή, επιδιώκουν να κτίσουν μια αυτοκρατορία ΜΜΕ με επίκεντρο την Ουγγαρία, μέσω της οποίας να δημιουργήσουν μια νέα ισχυρή πολιτική δύναμη στην Ευρώπη. Αυτή πια δεν θα έχει ως βάση το πολίτευμα της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Πρόκειται για τη Nova 24TV, το Scandal 24, την FPO TV.
Η πλατφόρμα αυτή, ανάμεσα σε άλλα, αποβλέπει στην εξάπλωση της επιρροής του Όρμπαν στην ευρύτερη περιοχή. Εντός της Ευρώπης, πάντοτε, τμήματα πληθυσμών στρέφονται χωρίς ενδοιασμό εναντίον της ευρωπαϊκής πολιτικής καθεστηκυίας τάξης. Αυτοί οι πολίτες εκφράζονται από πολιτικά κόμματα, όπως της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, των ακροδεξιών στην Αυστρία και πρόσφατα στη Σουηδία, του Εθνικού Μετώπου της Μαρί Λεπέν στη Γαλλία και του Γκερτ Βίλντερς στην Ολλανδία.
Αποτελεί, ήδη, πραγματικότητα για την Ευρώπη η ταχύρρυθμη και σημαντικών διαστάσεων υποχώρηση των παραδοσιακών δεξιών και κεντροαριστερών πολιτικών κομμάτων. Σταδιακά, παραχωρούν τη θέση τους σε νέα, τα οποία είναι περισσότερο ή λιγότερο αντιευρωπαϊκά και υπέρ της επαναφοράς του κράτους-έθνους στο κέντρο της σκηνής. Η ισχύς αυτών των αντισυστημικών κομμάτων σταθερά διευρύνεται. Πράγματι, στη Γαλλία, σε πείσμα της επικράτησης του Εμμανουέλ Μακρόν στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση, τα παραδοσιακά κόμματα δεξιάς και αριστερής κατεύθυνσης ήρθαν τρίτο και πέμπτο αντίστοιχα.
Καμία αυτοκριτική
Στη δε Γερμανία, και σε πείσμα της επικράτησης της Άνγκελα Μέρκελ, τα δύο παραδοσιακά πολιτικά κόμματα από 67% το 2013, δεν μετρούσαν πια παρά 53% τον Οκτώβριο του 2017. Και το πιο απειλητικό χτύπημα για την Ευρώπη ήρθε με τον καταποντισμό στις εκλογές της Ιταλίας των δύο παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων.
Η ΕΕ παρακολουθεί με δυσαρέσκεια, αλλά και πανικό, την ταχύτατη εξάπλωση των «λαϊκιστών» στο έδαφός της, χωρίς ωστόσο να έχει, προς το παρόν, επιδοθεί σε αυτοκριτική, για το πώς και για το γιατί οι βασικές της κατευθύνσεις εγκαταλείπονται από ολοένα μεγαλύτερο αριθμό πολιτών της. Οι Ευρωπαίοι αυτοί πολίτες, που αποκαλούνται συλλήβδην και περιφρονητικά «λαϊκιστές», έχουν διαχωρίσει τις επιλογές τους από αυτές, που αναγνωρίζονται ως ορθόδοξες στους κόλπους της ΕΕ και που υπάγονται στον ευρύ χώρο της «φιλελεύθερης δημοκρατίας».
Οι Ευρωπαίοι «λαϊκιστές» έχουν πειστεί ότι η ΕΕ βρίσκεται σε βαθιά σύγχυση, όταν εφαρμόζει πολιτικές, που είναι σίγουρο ότι θα την καταστρέψουν, όπως αυτές της αποδοχής της μαζικής παράνομης μετανάστευσης, της απεμπόλησης της εθνικής κυριαρχίας, του πατριωτισμού, της ιστορίας και των εθνικών παραδόσεων. Της απεμπόλησης, δηλαδή, της εθνικής ταυτότητας των εθνικών κρατών.
Το κύμα αυτό της διεκδίκησης και διάσωσης της εθνικής ταυτότητας, με πολλές ασφαλώς παραλλαγές στις λεπτομέρειές του, έχει ουσιαστικά κατακλύσει όχι μόνο την Ευρώπη, αλλά και την υφήλιο. Είναι η Αμερική του Τραμπ, η Ρωσία του Πούτιν, η Κίνα του Σι Τζινπίνγκ, αλλά και παράλληλα πολιτεύματα της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Σε παγκόσμια, λοιπόν, βάση έχει συντελεστεί διχοτόμηση, ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, με βάση τον τρόπο διακυβέρνησης.
Το σπίτι της φιλελεύθερης δημοκρατίας
Η Δύση υποστηρίζει ότι το δικό της μοντέλο της φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι αιώνιο, ανυπέρβλητο και μοναδικό. Ωστόσο, αποδεικνύεται από τις εξελίξεις ότι είναι, ήδη, ξεπερασμένο και ότι η εμβέλειά του υποχωρεί, και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς. Εκτοπίζεται από αυτό που θα μπορούσε να αναγνωριστεί ως «ανατολικό» και που καλπάζει ακάθεκτο σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, συμπαρασύροντας τα πάντα στο διάβα του. Έτσι, είναι αρκετά τρομακτική η απάντηση στο ερώτημα: «τι χώρος της υφηλίου αποτελεί ακόμη το σπίτι της φιλελεύθερης δημοκρατίας«;
Χαρακτηριστική αυτής της υποχώρησης της φιλελεύθερης δημοκρατίας, ως «ασύγκριτο και μοναδικό πολίτευμα», είναι η αντιμετώπισή της από τους πολίτες. Συγκεκριμένα, άτομα πάνω από 65 χρονών θεωρούν πολύ σημαντικό το να ζουν σε δημοκρατική χώρα, ενώ αντιθέτως, ποσοστό μικρότερο από το 1/3 πολιτών κάτω των 35 ετών αποδίδουν σημασία στη διαβίωσή τους σε καθεστώς φιλελεύθερης δημοκρατίας. Να σημειωθεί, επιπλέον, ότι από τις 15 οικονομίες της υφηλίου που τώρα επιτυγχάνουν τους ταχύτερους αναπτυξιακούς ρυθμούς, τα 2/3 έχουν αυταρχικά καθεστώτα, ή οπωσδήποτε μη φιλελεύθερη δημοκρατική διακυβέρνηση.
Είναι, λοιπόν, ξεκάθαρο, ότι επιβάλλεται ειλικρινής και αντικειμενικός προβληματισμός, αναφορικά με το δυτικό πρότυπο διακυβέρνησης. Όχι, βέβαια, με τις αξίες του, που σαφώς υπερέχουν οποιουδήποτε άλλου σχήματος, αλλά με το πως αυτές εφαρμόστηκαν, και τι συνέπειες είχαν μέχρι σήμερα. Και, βέβαια, προβληματισμός, για το ποσοστό της ευθύνης που αναλογεί στην ΕΕ.
Απογοητευτική ΕΕ
Επανέρχομαι, μετά από την ανάλυση που προηγήθηκε, στην απόφαση της ΕΕ να τιμωρηθεί ο Ούγγρος ηγέτης, επειδή δεν σέβεται τις «ευρωπαϊκές αξίες» (παρότι, ο ίδιος ευθαρσώς, δηλώνει ότι αντιτίθεται σε αυτές και προσπαθεί να τις αντικαταστήσει). Η ΕΕ, παρά ταύτα δείχνει να ελπίζει ότι το πρόβλημα της Ευρώπης (και όχι μόνο) επικεντρώνεται στη μη αποδεκτή από την ίδια συμπεριφορά του Όρμπαν και συνεπώς θα μπορούσε ίσως να λυθεί χάρη στην έναρξη διαλόγου μαζί του.
Αναμφισβήτητα, πρώτιστο καθήκον της ΕΕ (και όχι μόνο) είναι να προστατεύει και να επιβάλλει τις αξίες της δημοκρατίας. Το πράττει, όμως; Η απάντηση είναι, δυστυχώς, αρνητική, αφού η ίδια αλύπητα και ανενδοίαστα τις καταπατεί. Αρκεί, να επιλέξω, για του λόγου μου το αληθές, ανάμεσα βέβαια και σε πλήθος άλλων, ένα και μοναδικό τρανταχτά αποδεικτικό γεγονός, που όλοι έχουμε πρόσφατα βιώσει, στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη και την υφήλιο. Στη βίαιη, δηλαδή, και αντιδημοκρατική αλλοίωση του ΟΧΙ σε ΝΑΙ, κατά το δημοψήφισμα του 2015, που περιφρόνησε με τόσο αυταρχικό τρόπο την καθαρά εκφρασμένη βούληση του 62% του ελληνικού λαού.
Με την ευκαιρία, συνεπώς, της απόφασης της ΕΕ να τιμωρήσει τον Όρμπαν, «επειδή δεν εφαρμόζει τις ευρωπαϊκές αξίες«, αμείλικτα προβάλλει το ερώτημα: κατά πόσο η ΕΕ νομιμοποιείται να κινηθεί προς την κατεύθυνση αυτή, όταν και η ίδια έχει, αδίστακτα, διαπράξει την έσχατης μορφής καταστρατήγηση της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Και να προσθέσω, σχετικά, ότι όπως έγινε ευρέως γνωστό, και όπως επιβεβαιώνεται και με σχετικό video, οι επικεφαλής της ΕΕ εκείνη την τραγική νύκτα για την Ελλάδα και το μέλλον της όχι μόνο δεν της υπέδειξαν να ακολουθήσει τη συνταγματική ομαλότητα, αλλά επιπλέον την ενθάρρυναν να καταπνίξει τη θέληση της συντριπτικής πλειονοψηφίας του ελληνικού λαού.
Παρότι ουδόλως υπερασπίζομαι τις όποιες θέσεις του Όρμπαν, η αντιμετώπισή του, ωστόσο, από την ΕΕ, σε συνδυασμό και με το φιάσκο του ελληνικού δημοψηφίσματος, αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη της εφαρμογής των «ευρωπαϊκών αξιών», με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Αν έτσι έχει η κατάσταση, τότε η ΕΕ σύντομα θα είναι παρελθόν.