Στη Σύνοδο Κορυφής της 11ης Μαρτίου η χώρα μας υπέστη πρωτοφανούς έκτασης εμπαιγμό. Εκεί, η Ελλάδα υποχρεώθηκε, είναι αλήθεια χωρίς την ελάχιστη αντίδραση, να δεχθεί να προσκομίσει στα πόδια των Γαλλογερμανικών τραπεζών, ότι πολυτιμότερο διαθέτει: τα ιερότερα οικογενειακά της κειμήλια, που ενσωματώνουν τον πολιτισμό της, την μακραίωνα ιστορία της, αλλά και τον μόχθο προηγούμενων γενιών της. Και το αντάλλαγμα; Ουσιαστικά μηδενικό, αν όχι και αρνητικό, αν ληφθεί υπόψη ότι η ήδη προαποφασισμένη επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής συνεπάγεται την ανάγκη καταβολής υψηλότερων συνολικών τοκοχρεολυσίων, παρά τη μείωση κατά μία μονάδα του επιτοκίου, ενώ διαιωνίζεται η εξευτελιστική κατοχή της χώρας από την τρόικα. Και όμως, όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, σημαντικός αριθμός ΜΜΕ τόλμησε να εμφανίσει αυτή την εθνική τραγωδία ως θρίαμβο, και να διαθέσει μάλιστα ώρες για τον υπολογισμό των δήθεν θετικών συνεπειών της!
Θεωρώ περιττό να προσθέσω ότι τα €50 δισεκατομμύρια που απαιτούν από μας οι εταίροι μας στην ΕΕ, και τα οποία ανταλλάξαμε με το «τίποτε», δεν αναφέρονται φυσικά σε αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως καθησυχαστικά μας την παρουσιάζουν κυβερνητικοί παράγοντες και ΜΜΕ, αλλά σε πώλησή της, όπου και οι ιδιωτικοποιήσεις και αποκρατικοποιήσεις υπάγονται.
Το κύριο ζήτημα που εγείρεται εδώ, αλλά με το οποίο ουδείς των αρμοδίων ασχολείται, είναι το σε ποιόν ανήκει αυτός ο δημόσιος πλούτος που θα ξεπουληθεί, και συνεπώς ποιος έχει το δικαίωμα να τον βγάλει στο σφυρί. Γνωρίζω, βέβαια, ότι με το εγκληματικό Μνημόνιο έχουμε ήδη παραχωρήσει το δικαίωμα στους δανειστές μας, να κατάσχουν τα πάντα αν δεν μπορέσουμε να καταβάλουμε έστω και μια δόση του δανείου, και όχι μόνο, αλλά και να διαθέσουν σε τρίτους της αρεσκείας τους το δικαίωμα αυτό. Εξακολουθώ, ωστόσο να πιστεύω- προφανώς αφελώς- ότι καμιά κυβέρνηση, με όσο μεγάλη πλειοψηφία κι αν έχει εκλεγεί, δεν νομιμοποιείται να εκποιήσει τον δημόσιο πλούτο, γιατί αυτός ανήκει στον λαό. Ιδιαίτερα κι όταν η εντολή που δόθηκε στην παρούσα κυβέρνηση δεν υπερβαίνει το 20% του ελληνικού λαού. Φαίνεται όμως ότι η έλλειψη νομιμότητας δεν αποτελεί πρόβλημα για τους Έλληνες αρμοδίους, αφού και η επιβολή του Μνημονίου παρέκαμψε, με αξιοθαύμαστη άνεση, τη νόμιμη διαδικασίας της υποχρεωτικής γνωμοδότησης από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Η πάγια δικαιολογία και για το αρχικό Μνημόνιο, αλλά και για τις μετέπειτα επεκτάσεις του Μνημονίου- που αποτελούν αδιάσειστες αποδείξεις παντελούς αποτυχίας των στόχων του- , μεταξύ των οποίων και τα €50 δισεκατομμύρια που είμαστε υποχρεωμένοι να εξεύρουμε τάχιστα, είναι η συνεχής τρομοκράτησή μας με την έλευση της πτώχευσης και της αποπομπής μας από την ευρωζώνη.
Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν να διερευνήσουμε το περιεχόμενο αυτής της πτώχευσης. Καταρχήν, δεν είναι διόλου υπερβολική η διαπίστωση ότι είμαστε ήδη σε κατάσταση πτώχευσης με αναστολή, αφού μετά το 2012, μόνο με θαύμα, θα είναι δυνατή η συνέχιση της καταβολής των δόσεων του δανείου. Πέρα όμως από την αδήριτη αυτή πραγματικότητα, μετά το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου μας, και αναγκαστικά σε τιμή ευκαιρίας, η Ελλάδα θα έχει πραγματικά πτωχεύσει. Δεν θα έχουμε δηλαδή αποφύγει τον κίνδυνο που αποτέλεσε τη δικαιολογία εκποίησης των οικογενειακών μας ασημικών.
Πλανάται, όμως, και η απειλή της αποπομπής μας από την ευρωζώνη. Ας πάρουμε, λοιπόν, κατεπειγόντως, μια ζυγαριά. Από τη μια πλευρά της, ας βάλουμε όλα τα δεινά που, ενδεχόμενα, θα αντιμετωπίσουμε αν φύγουμε από την ευρωζώνη, διωγμένοι και εξαθλιωμένοι, για να επιστρέψουμε στη δραχμή. Πρόκειται, ασφαλώς, για κατάσταση χωρίς προηγούμενο, που δυσχεραίνει πολύ την πρόβλεψη των λεπτομερειών της. Να δεχθούμε, ωστόσο, ότι θα αντιμετωπίσουμε ένα χάος, που θα συνοδεύεται από έντονο σνομπισμό των αγορών να μας δανείζουν, καθώς και από γενναία υποτίμηση του νομίσματός μας, δηλαδή της δραχμής, και ότι θα περάσουμε πολύ δύσκολες ώρες. Μετά, όμως, από την παραζάλη του πρώτου καιρού θα μπορέσουμε να σοβαρευτούμε και να ριχτούμε στην ανάπτυξη της πατρίδας μας, αξιοποιώντας με όσο πιο γίνεται ταχύτερους ρυθμούς τις δυνατότητές της, τον επίγειο και υπόγειο πλούτο της και τη δημόσια περιουσία της, που δεν θα έχει εκποιηθεί. Σε μικρό σχετικά χρονικό διάστημα οι ρυθμοί ανάπτυξης θα επανέλθουν σε θετικά πρόσημα, οι αγορές, που όπως έχει αποδειχθεί έχουν βραχεία μνήμη θα μας συγχωρήσουν, και θα αισθανθούμε ξανά κύριοι του οίκου μας και των πεπρωμένων μας, μακριά από την κατακτητική μπότα της τρόικας. Το μέλλον μας και το μέλλον των παιδιών μας θα μας ανήκει και πάλι. Και ας στοιβάξουμε από την άλλη πλευρά της πλάστιγγας μια ατέλειωτη χρονική περίοδο, που μπορεί κάλλιστα να φέρει την επιγραφή ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ. Και μέσα σ’αυτή την αιωνιότητα, ο ελληνικός λαός θα είναι καταδικασμένος να ζει σε συνθήκες άγριας λιτότητας, δουλοποίησης και σταδιακής κινεζοποίησης, η οποία διαχρονικά θα επιδεινώνεται, εφόσον, εκτός από τους δανειστές θα πρέπει να ικανοποιούνται και οι άκρως παράδοξοι όροι του νέου Συμφώνου Ανταγωνιστικότητας, που απαιτούν συνεχείς μειώσεις μισθών. Οι μεσαιωνικές συνθήκες της αγοράς εργασίας θα εξαθλιώνουν ολοένα και περισσότερο τους εργαζομένους, των οποίων ο μέσος μισθός θα τείνει προς τα €400-450, εξασφαλίζοντας έτσι πάμφθηνο εργατικό, και ανασφάλιστο δυναμικό για τις ανάγκες των οικονομιών του πλούσιου ευρωπαϊκού Βορρά και κατεξοχήν της Γερμανίας. Και όχι μόνο, αλλά και εξασφάλισης εργατικού δυναμικού κατάλληλα εξειδικευμένου με τη βοήθεια επιβολής των δεξιοτήτων στη θέση της παιδείας γραμμάτων και τεχνών. Η Ελλάδα θα μετατραπεί, έτσι, σε αποικία της ΕΕ που και η ίδια θα έχει μεταλλαχθεί σε Ηνωμένες Πολιτείες υπό την Γερμανία.
Σενάριο επιστημονικής φαντασίας; Θα το ήθελα πολύ, αλλά δεν το πιστεύω, μια και το σύνολο των ραγδαίων εξελίξεων, στην ευρωζώνη, οδηγεί σε σκηνικό που επαληθεύει την υλοποίηση των παραπάνω προβλέψεων.
Ο ελληνικός λαός βρίσκεται, τώρα στο σταυροδρόμι σημαντικών αποφάσεων. Οι όποιες επιλογές του, όμως, πρέπει να γίνουν πολύ γρήγορα γιατί σε λίγο δεν θα είναι πια διαθέσιμες. Ιδίως οι νέοι, επιβάλλεται να συνειδητοποιήσουν το που βαδίζει η χώρα μας και να σπεύσουν να αναχαιτίσουν την καταστροφή της, που με τις παρούσες συνθήκες δείχνει να είναι αναπότρεπτη.
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Πρόεδρος του Ιδρύματος Δελιβάνη