Written by 19:10 ΔΙΕΘΝΗ Views: 14

Ταϊβάν, η πυριτιδαποθήκη του Ειρηνικού

Tης Μαρίας Νεγρεπόντη – Δελιβάνη

 

Εκτός από τον πόλεμο στην Ουκρανία, που δικαιολογεί ανησυχίες για την πιθανότητα κατάληξής του στον Τρίτο Παγκόσμιο, εξελίσσεται παράλληλα και ολοένα και πιο επικίνδυνα η διένεξη ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, με μήλο της έριδος την Ταϊβάν. Ως τις 2 Αυγούστου, που η κυρία Νάνσι Πελόζι προσγειώθηκε στην Ταϊβάν, η δικαιολογία της Αμερικής για το ενδιαφέρον της στα διαμειβόμενα στο νησί, παρέπεμπε στην παγιωμένη αποδοχή της παραβίασης εκεί των δημοκρατικών θεσμών, καθώς και των μοναδικών δυτικών αξιών, που η ίδια είχε καθήκον να διαφυλάττει.

Η επίσκεψη, ωστόσο, της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, με το προεδρικό της αεροπλάνο, που σαφώς δεν έγινε για τουριστικούς λόγους, έφερε στο διεθνές προσκήνιο τα όσα απειλητικά εκκολάπτονται στην Ταϊβάν εναντίον της παγκόσμιας ειρήνης. Την κορύφωση δηλαδή, ανάμεσα και σε άλλα, της επίδειξης στρατιωτικής ισχύος στην περιοχή, από τις δύο υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και Κίνα. Και όχι μόνο, αφού οι ΗΠΑ επιδιώκουν επιπλέον να διασφαλίσουν τη συμμαχία Αυστραλίας, Ιαπωνίας και Νότιας Κορέας, σε περίπτωση στρατιωτικής τους σύγκρουσης, στην περιοχή, με την Κίνα και με την ενθάρρυνση του Κογκρέσου αποστέλλουν στρατιωτικό υλικό στην Ταϊβάν.

Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το τί ακριβώς συμβαίνει στην αναφλεγόμενη διένεξη, μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με επίκεντρο την Ταϊβάν, αρκεί να επαναφέρει στη μνήμη το καθεστώς, που επικρατούσε, από το 1979 για την Κίνα και την Ταϊβάν, και που μεταβλήθηκε σιωπηρώς το 2021. Αναφέρομαι στη γενικευμένη παραδοχή μιας «μοναδικής Κίνας με δύο πολιτικά συστήματα» (Κίνας και Ταϊβάν). Την εκδοχή αυτήν ενστερνίστηκε η Αμερική (επί Κάρτερ), στις διπλωματικές της σχέσεις με την Κίνα. Η μακροχρόνια και απολύτως δικαιολογημένη αυτή αναγνώριση της Ταιβάν, ως αναπόσπαστο τμήμα της Κίνας καταργήθηκε απότομα και χωρίς προηγούμενες ανακοινώσεις ή επεξηγήσεις, αλλά και χωρίς να έχει προηγηθεί επίσημη κυβερνητική απόφαση

Συγκεκριμένα, αρχικά σε συνέντευξή του προέδρου Μπάιντεν στο CNN στις 28 Οκτωβρίου του 2021, όπου ρωτήθηκε αν «η Ουάσιγκτον προτίθεται να υπερασπιστεί την Ταϊβάν, σε περίπτωση επίθεσης από την Κίνα» απάντησε ότι «οι ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν, αν αυτή απειληθεί από την Κίνα… Είμαστε υποχρεωμένοι να το πράξουμε» (δηλώσεις που επανέλαβε πρόσφατα) αφήνοντας να εννοηθεί ότι το θέμα είναι περιπεπλεγμένο, προφανώς επειδή δεν υπήρχε επίσημη εθνική γραμμή. Και με την προεδρική αυτή δήλωση, που εμμέσως αλλά σαφώς κατάργησε την μέχρι τότε γενική παραδοχή της “μίας Κίνας”, αναγνωρίστηκε ότι υπάρχουν “δύο Κίνες”.

Τί ήθελε η Πελόζι στην Ταϊβάν

Μία από τις απαντήσεις, στις αμερικανικές προκλήσεις, δόθηκε δια στόματος του Γενικού Γραμματέα του κομμουνιστικού κόμματος της Κίνας κ. Σι (σε τηλεφωνική του συνομιλία με τον πρόεδρο Μπάιντεν στις 29.08.2022) ως εξής: «Ο κινέζικος λαός, που αριθμεί 1.4 δισεκατομμύρια πολίτες είναι αποφασισμένος να υπερασπιστεί την εθνική κυριαρχία της Κίνας και την εδαφική της ακεραιότητα. Ουδείς μπορεί να αντιταχτεί στη θέληση του λαού, και όταν κανείς παίζει με τη φωτιά, τελικά καίγεται».

Όπως ήταν αναμενόμενο, η μυστηριώδης επίσκεψη της κυρίας Πελόζι προκάλεσε περαιτέρω ανάφλεξη της εχθρότητας ΗΠΑ και Κίνας, σχετικά με την τύχη της Ταϊβάν, και μια εβδομάδα αργότερα, η Κίνα κυκλοφόρησε σχετικό βιβλιαράκι με τίτλο «Η υπόθεση Ταϊβάν» στο οποίο ανακοινώνεται η καταρχήν επιθυμία της Κίνας να προχωρήσει στην ενοποίηση της Ταϊβάν, με ειρηνικό τρόπο, αλλά χωρίς και να αποκλείει προσφυγή σε στρατιωτική σύρραξη, προκειμένου να παταχθούν αντιδράσεις στο εσωτερικό ή υποστηρικτές του εξωτερικού.

Τις ημέρες που ακολούθησαν την επίσκεψη της κυρίας Πελόζι στην Ταϊβάν, η Κίνα ανήγγειλε τη διακοπή των συνομιλιών με τις ΗΠΑ, για θέματα τόσο καταλυτικής σημασίας, όπως η κλιματική αλλαγή και η παγκόσμια υγεία. Και ταυτόχρονα, η Κίνα γνωστοποίησε επέκταση των στρατιωτικών της δραστηριοτήτων στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή γύρω από την Ταϊβάν.

Οι ΗΠΑ, όπως ήταν αναμενόμενο, έσπευσαν να κατηγορήσουν την Κίνα, επειδή θυσιάζει με τέτοια ευκολία προσπάθειες, που αναφέρονται στην αντιμετώπιση προβλημάτων τόσο σημαντικών όσο το κλίμα και η δημόσια υγεία. Και καταρχήν, δικαιολογημένα. Ωστόσο, και στο θέμα αυτό της Ταϊβάν, όπως και σε οποιοδήποτε κρίσιμο θέμα των ημερών μας, πιστεύω ότι η στοιχειώδης σοβαρότητα επιβάλλει την παράλληλη λήψη υπόψη, εκτός της όποιας θέσης σε κάθε περίπτωση, και της αντίθεσής της (αναφέρομαι στις γνωστές απόψεις του Descartes).

Οι κατ’ εξοχήν φίλοι μας, οι Γάλλοι, διδάσκονται στα σχολεία τους από την πρώτη δημοτικού, ότι είναι απολύτως απαραίτητο, οποιοδήποτε πρόβλημα, μικρής ή μεγαλύτερης σπουδαιότητας, να διερευνάται σε πρώτη φάση με θετική αντιμετώπιση, και σε δεύτερη με αντίθεση προς την πρώτη. Όσοι έκαναν διδακτορικό ή όποιας μορφής σπουδές στη Γαλλία γνωρίζουν το πόσο θανάσιμα δύσκολο ήταν για τους Έλληνες φοιτητές να κατανοήσουν καταρχήν, και να εφαρμόσουν στη συνέχεια αυτής της μορφής την ανάλυση. Χωρίς ωστόσο την υιοθέτηση της ήταν απολύτως αδύνατη η επιτυχία τους σε οποιοδήποτε επίπεδο εξετάσεων.

Οι Έλληνες, που ενδεχομένως δεν είναι οι μόνοι, αρκούνται σε σημαντικό ποσοστό τους στη μονόπλευρη σύλληψη του κάθε προβλήματος, έχοντας γενικώς ως σημείο εκκίνησης τις σχετικές θέσεις του πολιτικού κόμματος, προς το οποίο πρόσκεινται. Δυστυχώς, πρόκειται για τρόπο αντιμετώπισης θεμάτων, που όχι μόνο δεν είναι επιστημονικός, αλλά είναι και συχνά επικίνδυνος από πολλές πλευρές, εφόσον αναπόφευκτα καταλήγει σε μονόπλευρα συμπεράσματα και σοβαρές διαστρεβλώσεις των πραγματικών δεδομένων.

Οι επιδιώξεις των ΗΠΑ και η Κίνα

Και επανέρχομαι στο πρόβλημα της Ταϊβάν για να υπογραμμίσω ότι υπάρχουν εκατέρωθεν πλην και συν, χωρίς ωστόσο αυτά να εξαφανίζουν την αναμφισβήτητη αλήθεια ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της Κίνας, και ότι οι ΗΠΑ αμφισβητώντας την, μετά από χρόνια επικράτησής της, ρίχνουν λάδι στη φωτιά.

Τελειώνοντας τη σύντομη αυτή τοποθέτησή μου, να προσθέσω ότι, απαιτείται, στο μέτρο του δυνατού, κάποια μορφή διερεύνησης, σχετικά με τις επιδιώξεις της επίσκεψης της κυρίας Πελόζι στην Ταϊβάν, που ασφαλώς δεν την αποφάσισε από μόνη της. Και, βέβαια, χρειάζεται ταυτόχρονα να αναζητηθούν και οι στόχοι των ΗΠΑ, μέσα από την κατάργηση του status quo της “μίας Κίνας”, όπως αυτό ίσχυε ως το 2021.

 

Η πρώτη ερμηνεία, που ίσως είναι και η πλησιέστερη στην πραγματικότητα, αφορά στην προσπάθεια αποδυνάμωσης της Κίνας, ενόψει της προοπτικής του Γ΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Αλλά, και ταυτόχρονα, η επίδειξη ισχύος της Δύσης, στην επιθυμία της να διασκεδάσει τις εκφάνσεις της επιταχυνόμενης παρακμής της. Να παρατηρηθεί, ωστόσο, ότι η Κίνα δεν είναι πλέον η στρατιωτικά ανίσχυρη δύναμη, αλλά αντιθέτως έχει υλοποιήσει και συνεχίζει σημαντική πρόοδο προς αυτή την κατεύθυνση.

Η δεύτερη πιθανή επιδίωξη της Αμερικής, πυροδοτώντας το status της Ταϊβάν αναφέρεται ίσως στην προσπάθεια πρόκλησης αντιπερισπασμού από τα διαδραματιζόμενα στον πόλεμο της Ουκρανίας. Και τούτο, επειδή όπως όλα δείχνουν, έχει περιοριστεί το διεθνές ενδιαφέρον γύρω από τον πόλεμο αυτόν, που φαίνεται να περνά στην κατηγορία ρουτίνας, αλλά και επιπλέον υπάρχουν πολλές αντιδράσεις για τις συνέπειές του, κάτι που ασφαλώς ευνοεί τη Ρωσία.

Τέλος, θα μπορούσε ακόμη να υποστηριχθεί ότι ένας πόλεμος για την Ταϊβάν, ανάμεσα στην Αμερική και την Κίνα θα λειτουργούσε ως εισαγωγή στον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο και θα επεσήμανε εγκαίρως τις τυχόν αδυναμίες της Αμερικής, προκειμένου αυτές να αποφευχθούν.

Συμπερασματικά, οποιαδήποτε και αν είναι η δικαιολογία, που πιθανότατα θα οδηγήσει σε στρατιωτική σύρραξη ανάμεσα στην Αμερική και την Κίνα, οι προκλήσεις φαίνεται να προέρχονται κυρίως από τις ΗΠΑ και σε πολύ μικρότερο βαθμό από την Κίνα. Διαπίστωση που, ενδεχομένως σημαίνει ότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη αποφασίσει ότι δεν θα αποδεχθούν με ειρηνικό τρόπο την νομοτελειακή, όπως όλα δείχνουν, επερχόμενη παγκόσμια κυριαρχία της Κίνας, αλλά αντιθέτως θα αγωνιστούν με όλα τα διαθέσιμα μέσα για να την αποτρέψουν.

 

https://slpress.gr/diethni/taivan-i-pyritidapothiki-toy-eirinikoy

(Visited 14 times, 1 visits today)
Close