Καθώς η κρίση της υπερχρέωσης του ευρωπαϊκού Νότου εντείνεται,
εξαιτίας της αδυναμίας αποτελεσματικής αντιμετώπισής της από το
διευθυντήριο της ΕΕ-Ευρωζώνης, ένα νέο και τεραστίων διαστάσεων
πρόβλημα αναδύεται στην επιφάνεια. Πρόκειται για την, καταρχήν,
παράδοξη και αναπάντεχη εμφάνιση ενός νομισματικού δυισμού, δίπλα
στον οικονομικό, που από πάντοτε στοίχειωνε την ΕΕ-Ευρωζώνη. Αυτό
που τώρα συμβαίνει στο ευρωπαϊκό στερέωμα, είναι η κατεδάφιση, με
ιλιγγιώδη ταχύτητα, ολόκληρου του πολυσύνθετου οικοδομήματος, που
δημιούργησε και που καθιέρωσε το ευρώ ως κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.
Οι δραματικές αυτές εξελίξεις, που αναγγέλλουν την προσεχή εξαφάνιση
του ευρώ, δεν έχουν ακόμη υποπέσει στην αντίληψη της τρόικας, αλλά
ούτε και των αρμοδίων της ΕΕ, παρότι έχουν προεξοφληθεί από τις
αγορές.
Πράγματι, όσο και αν είναι, καταρχήν, αδιανόητο, ωστόσο
αποτελεί ήδη
αναντίρρητο γεγονός ότι το ευρώ δεν έχει την ίδια
αξία στον ευρωπαϊκό Νότο με αυτήν που έχει στον ευρωπαϊκό Βορρά.
Αντιθέτως, η αξία του ευρώ στον ευρωπαϊκό Νότο συρρικνώνεται ολοένα
και περισσότερο έναντι της αντίστοιχης του ευρωπαϊκού Βορρά.
Πρόκειται πάντοτε για το ένα και μοναδικό ευρώ, που
εξακολουθεί να λειτουργεί ως το κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης.
Ωστόσο, εξαιτίας σωρείας εσφαλμένων επιλογών, συμβαίνει το εξής
περίεργο: το ευρώ που κυκλοφορεί στον πλούσιο ευρωπαϊκό Βορρά
εκλαμβάνεται ως καλό νόμισμα, ενώ το ίδιο αυτό ευρώ που κυκλοφορεί
στον καταχρεωμένο ευρωπαϊκό Νότο θεωρείται ως κακό νόμισμα.
Ο δυισμός αυτός ενός και του αυτού νομίσματος οφείλεται στην
ενσωμάτωση φόβων, στο ευρώ που κυκλοφορεί στις προβληματικές
ευρωπαϊκές οικονομίες, σχετικά με το ενδεχόμενο παγώματος ή και
δήμευσης των καταθέσεων, εξόδου από την Ευρωζώνη και επιστροφής
σε εθνικό νόμισμα με την καθιέρωση καταστρεπτικής ισοτιμίας του
με το ευρώ. Το άθροισμα, ωστόσο, αυτών των φόβων οδηγεί στην
αναπότρεπτη συνέπεια της υποτίμησης εκείνου του ευρώ, που βρίσκεται
εντός των οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου, έναντι του ευρώ που
κυκλοφορεί έξω απ’ αυτές. Μια αναγκαστική, δηλαδή, εσωτερική
υποτίμηση, που ουδόλως προβλέφθηκε από τους ιδρυτές του ευρώ,
ακριβώς επειδή παρέμεναν αφελώς πεπεισμένοι ότι οι κρίσεις στην
Ευρωζώνη αποκλείονται.
Οι πολύ σημαντικές και διευρυνόμενες διαφορές του επιτοκίου
δανεισμού, μεταξύ του πλούσιου Βορρά και του φτωχού Νότου της
Ευρώπης οδήγησαν στη διχοτόμηση του ευρώ Η άλλη όψη, εξάλλου,
αυτής της καταρχήν απίστευτης διχοτόμησης καθώς και της υποτίμησης,
του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος στις προβληματικές ευρωπαϊκές
οικονομίες, απεικονίζεται στην ακατάσχετη άνοδο των spreads. Η
άνοδος αυτή προαναγγέλλει το τέλος της ύπαρξης του ευρώ ως κοινού
ευρωπαϊκού νομίσματος, εξαιτίας της
αναβίωσης του Νόμου του
Gresham, σύμφωνα με τον οποίο «το κακό νόμισμα διώχνει το καλό».
Είναι, ακριβώς, αυτό που βιώνουμε τους τελευταίους μήνες, με τρόπο
ολοένα πιο ανεξέλεγκτο, και με συνέπειες ολοένα και πιο δραματικές
και πιο απειλητικές για το ευρώ. Συγκεκριμένα, οι επενδυτές σπεύδουν
να σηκώσουν σωρηδόν από τις τράπεζες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας,
της Πορτογαλίας, αλλά και της Ισπανίας, τις αποταμιεύσεις τους σε
ευρώ, προκειμένου να τις σώσουν μεταφέροντάς τες σε τράπεζες άλλων
χωρών, κυρίως του πλούσιου ευρωπαϊκού Βορρά, όπου κρίνουν ότι τα
ευρώ τους θα είναι ασφαλέστερα, και συνεπώς ανατιμημένα. Με τις
συνθήκες αυτές είναι ξεκάθαρο, αν και δεν το συνειδητοποιεί η κυρία
Μέρκελ, ότι η λιτότητα, όσο εξαντλητική κι αν είναι για τα εξιλαστήρια
θύματά της, αδυνατεί ωστόσο να σώσει το ευρώ που αργά ή γρήγορα
θα υποστεί την επίσημη υποτίμησή του. Το δισυπόστατο εξάλλου αυτό
ευρώ αποτελεί την σκληρή τιμωρία εκείνων που εμπνεύστηκαν την
τόσο ανώμαλη και πρόωρη γέννησή του, και ταυτόχρονα προδικάζει
το τέλος του με θάνατο αργό.
Στην έσχατη εξάλλου αυτή φάση
της ζωής του ευρώ, το Σύμφωνο Σταθερότητας, που από την αρχή
της υλοποίησής του λειτούργησε ως η απαραίτητη πατερίτσα του,
δεν είναι πια σε θέση να το βοηθήσει, αλλά ούτε και το νέο προϊόν
μιας κατεξοχήν αρρωστημένης φαντασίας, που είναι
το Σύμφωνο
Ανταγωνιστικότητας.
Η αποχώρηση οποιουδήποτε μέλους της Ευρωζώνης κινδυνεύει να
προκαλέσει την διάλυσή της. Ακριβώς, όμως, αυτός ο πολύ ορατός και
απολύτως συνειδητός, στο διευθυντήριο της ΕΕ, κίνδυνος θα μπορούσε
να χρησιμεύσει ως ισχυρότατο όπλο υπέρ της Ελλάδας, αν φυσικά
διέθετε ικανή πολιτικής ηγεσία, που να εμπνέει εμπιστοσύνη και να
υπόσχεται την αναγέννησή της.
Σχετικά, διαφαίνονται δύο δυνατότητες, που θα μπορούσαν
διαζευκτικά να αξιοποιηθούν υπέρ της δεινά δοκιμαζόμενης Ελλάδας:
*Στην πρώτη, η απλή δήλωση της πρόθεσης αποχώρησης από την
Ευρωζώνη, θα ήταν σε θέση να μας εξασφαλίσει ευνοϊκούς όρους
για
την, οπωσδήποτε αναπόφευκτη, αναδιάρθρωση του χρέους
μας. Αναδιάρθρωση, με δική μας πρωτοβουλία και με όρους που θα
συζητήσουμε και όχι αναδιάρθρωση με ελεγχόμενη πτώχευση.
*Στη δεύτερη, θα αποφασίζαμε να αποχαιρετήσουμε την Ευρωζώνη,
στ’ αλήθεια, και χωρίς ιδιαίτερο πανικό, εφόσον ο βίος της αναμένεται
ότι, εκτός απροόπτου, θα είναι σύντομος.
Κάθε απόφαση περιέχει κινδύνους. Ωστόσο, ο κίνδυνος παραμονής
μας, μ’ ένα Μνημόνιο, που αποδεδειγμένα λειτουργεί ως κατά συρροή
δολοφόνος, και που όχι μόνο δεν είναι μονόδρομος, αλλά επιπλέον
είναι και το σίγουρο μέσον της εξαφάνισής μας ως έθνος, ως οικονομία
και ως κοινωνία, είναι υπέρογκος. Συνεπώς, ένας τέτοιος κίνδυνος θα
πρέπει, αναπότρεπτα, να βαρύνει απείρως περισσότερο σε σύγκριση με
τον οποιονδήποτε εναλλακτικό. Επιβάλλεται, λοιπόν, να πάρουμε τις
τύχες στα χέρια μας και να σταθούμε στα πόδια μας! Ας το τολμήσουμε
πριν να είναι αργά και πριν υλοποιηθεί το ξεπούλημα του δημόσιου
πλούτου μας, που θα σημάνει την
ολοκληρωτική και δια παντός
πτώχευσή μας. Οπωσδήποτε, με την ΕΕ-Ευρωζώνη στην εντατική, μια
τέτοια απόφαση μπορεί να ληφθεί πολύ ευκολότερα από όσο πριν.
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Πρ. Πρύτανης και Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
delimar@uom.gr
www.delivani-economics-blogspot.com
18.04.2011