Written by 04:35 OIKONOMIA Views: 0

Παρουσίαση νέου βιβλίου της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη: Η εν ψυχρώ δολοφονία της Ελλάδας, ΙΑΝΟΣ 30.4.2014 και ώρα 19.00 στη Θεσσαλονίκη

Παρουσίαση νέου βιβλίου της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη: Η εν ψυχρώ δολοφονία της Ελλάδας, ΙΑΝΟΣ 30.4.2014 και ώρα 19.00 στη Θεσσαλονίκη

Απόψε παρουσιάζω το 50ό μου βιβλίο. Και θέλω να ευχαριστήσω καταρχήν θερμά τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ του Νίκου Καρατζά, που με τις άξιες συνεργάτισσές του, επιμελήθηκε και αυτό μου το βιβλίο. Οι ευχαριστίες μου πηγαίνουν, στη συνέχεια στους δύο συναδέλφους μου, τον Θεόδωρο Κατσανέβα και τον Δημήτρη Νατσιό, που δέχθηκαν να παρουσιάσουν το βιβλίο, καθώς και τον φίλο δημοσιογράφο Παντελή Σαββίδη, που για πολλοστή φορά ανέλαβε το συντονισμό δικών μου εκδηλώσεων, με τον απαράμιλλο προσωπικό του τρόπο. Οι θερμές μου ευχαριστίες απευθύνονται και σε όλους εσάς που γεμίσατε την αίθουσα. Το ανά χείρας έργο, ας μου επιτραπεί να πω, έχει μια ιδιόμορφη γραφή, γιατί παρακολουθεί φωτογραφίζοντας βήμα προς βήμα τις διάφορες φάσεις της οικονομικής μας δολοφονίας, ακριβώς, τη στιγμή που λαμβάνουν χώρα. Ελπίζω να έχουμε και κάποια συζήτηση αμέσως μετά. Οι δραματικές εξελίξεις της χώρας μας, αυτήν την τελευταία, πενταετία μου έδωσαν έναυσμα για τη συγγραφή 4 βιβλίων και πολλών δεκάδων άρθρων, μέσα από τα οποία, όχι μόνο προσπαθώ να καταλάβω το τι ακριβώς μας συμβαίνει, αλλά και να καταστρώσω σχέδιο φυγής μας από την επίγεια αυτή κόλαση. Παράλληλα, σε όλες τις εισηγήσεις μου, στο εξωτερικό, τα τελευταία χρόνια, αναφέρομαι στα δεδομένα της ελληνικής οικονομικής δολοφονίας, αλλά και το βιβλίο που σήμερα παρουσιάζεται θα κυκλοφορήσει σύντομα και στη Γαλλία, σε γαλλική μετάφραση από την Caroline Luigi. Πρόκειται, συνεπώς, για μια κραυγή αγωνίας στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. 1.Η κατάστασή μας σε αριθμούς Αρχίζω με το ερώτημα, που συμπυκνώνει, κατά την άποψή μου, τις παραμέτρους της ελληνικής τραγωδίας, αλλά όπως ελπίζω περιέχει και την οδό σωτηρίας μας. Είναι, ακριβώς, το ερώτημα που εμφανίζεται στην πρόσκληση της αποψινής εκδήλωσης, δηλαδή το αν «τα μέτρα της τρόικας πασκίζουν για τη σωτηρία της χώρας μας ή την οδηγούν στην καταστροφή» Θεωρώ αυταπόδεικτη την αρνητική απάντηση σύσσωμου του ελληνικού λαού στο παραπάνω αυτό ερώτημα, ύστερα από τις συσσωρευμένες καταστροφές που εξαθλίωσαν την Ελλάδα, αυτά τα πέντε τελευταία φρικώδη χρόνια. Και για να χρησιμοποιήσω τη σχετική διαπίστωση ενός πολύ γνωστού δημοσιογράφου της έγκριτης εφημερίδας των Financial Times, σε άρθρο του της 13ης Απριλίου, του Wolfang Munchau ότι «Η Ελλάδα δεν βρίσκεται σε ανάκαμψη, αλλά ούτε σε ύφεση. Η Ελλάδα έχει καταρρεύσει». Αλλά, αν όλοι πιστεύουν, εκτός φυσικά από τους εμπνευστές και τους εκτελεστές τους, ότι τα μέτρα αυτά δεν έχουν ως στόχο τη σωτηρία, αλλά την καταστροφή μας, πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η παρότρυνση των εταίρων μας για πιστή συνέχιση της εφαρμογής τους, εκτός από το ότι μας σπρώχνουν σε ομαδική αυτοκτονία; Για του λόγου μου το αληθές θα υπενθυμίσω, σύντομα, κάποια επίσημα στατιστικά δεδομένα, που δεν επιτρέπουν ούτε την ελάχιστη αμφιβολία για το που οδεύουμε με τα μνημόνια, και που ταυτόχρονα αποκλείουν την αντιμετώπισή τους ως λαϊκισμούς, μιζέριες κλπ, χαρακτηρισμούς, που επαναλαμβάνονται από τους αρμόδιους, αναφορικά με όλα όσα δεν επιθυμούν να ακούν . Το πρώτο στοιχείο, και το πιο δραματικό, αναφέρεται στην εξέλιξη του δημόσιου χρέους ως ποσοστό στο ΑΕΠ που προσδιορίζει και τη βιωσιμότητά του. Το 2009 το ποσοστό αυτό ήταν 120%, και συνεπώς το χρέος ήταν περίπου βιώσιμο, και χωρίς ουδεμία ανάγκη υπαγωγής της χώρας στις δαγκάνες του ΔΝΤ. Μετά από απάνθρωπες θυσίες περίπου 5 ετών, αλλά και μετά από το γνωστό φιάσκο κουρέματος του χρέους, εξαιτίας της αργοπορίας με την οποίαν αυτό αποφασίστηκε, το χρέος σήμερα σκαρφάλωσε στο 178% του ΑΕΠ. Και φυσικά δεν είναι βιώσιμο. Η καταστρεπτική αυτή εξέλιξη οφείλεται στο εντελώς αποτυχημένο πρόγραμμα που μας επέβαλε η τρόικα, και το οποίο καταβαράθρωσε το ΑΕΠ μας, μεταξύ του 2008 και του 2013, κατά 23,5%. Δεν υπάρχει προηγούμενο χώρας σε καιρό ειρήνης, να έχει υποστεί αυτής της έκτασης την καταστροφή. Η επίσημη ανεργία άγγιξε το 28% του ενεργού πληθυσμού, η πραγματική εκτιμάται στο 34% και μεταξύ των νέων έφθασε στο 62%, έναντι μόνο 10,9% πριν από την κρίση. Η άγρια φορολογική επιδρομή, καθώς δεν μπόρεσε ή δεν θέλησε να ελέγξει τη φοροδιαφυγή, εξακολουθεί να επιπίπτει εναντίον των εργαζομένων, που καθένας τους επιβαρύνεται με 34.4% του εισοδήματός του, έναντι μόνο 22.5% του μέσου εργαζόμενου στις χώρες του ΟΟΣΑ, αλλά και εναντίον των συνταξιούχων και των ιδιοκτητών ακινήτων. Το εισόδημα αυτών των τελευταίων περιορίστηκε κατά 30-35%, πρώτον από διαδοχικές μειώσεις ενοικίων, καθώς και από τον σημαντικό αριθμό ξενοίκιαστων χώρων και δεύτερον από την επιβολή υπερβολικά υψηλών πρόσθετων φόρων, η πρωτοτυπία των οποίων μαρτυρεί νοσηρή φαντασία. Εξαιτίας αυτών των φόρων οι ιδιοκτήτες ακινήτων ουσιαστικά υποχρεούνται να ξαναγοράσουν την περιουσία τους ή να την εγκαταλείψουν. Έτσι νεκρώθηκε η οικοδομική δραστηριότητα. Αλλά ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της φορολογικής εκατόμβης; Απίστευτο εκ πρώτης όψης, αλλά όμως, τα έσοδα του προϋπολογισμού, καταποντίστηκαν: 32,7Ε δισεκατομμύρια το 2013, έναντι 34Ε δισεκατομμυρίων το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2012. Αναπόφευκτο, βέβαια, το απογοητευτικό αυτό αποτέλεσμα, αν ληφθεί υπόψη ότι με τα γενοκτονικά μνημονιακά μέτρα τα εισοδήματα που δηλώθηκαν το 2013 ήταν κατά 12,3% χαμηλότερα από τα αντίστοιχα του 2012. Οι βεβαιωθέντες φόροι μειώθηκαν κατά 47%. Και επιπλέον, από τα 2,8 εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά, τα 2,3 εκατομμύρια έχουν φορολογικά χρέη που αδυνατούν να αποπληρώσουν. Άχρηστα, λοιπόν, και καταστροφικά τα μέτρα που οδήγησαν τους Έλληνες στην εξαθλίωση, επειδή εξάντλησαν τη φοροδοτική δυνατότητα των Ελλήνων. Γι αυτό και σε πρόσφατη έκθεσή του ο ΟΟΣΑ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και συμβουλεύει την Ελλάδα να ξανασκεφθεί τη φορολογική της πολιτική. Η ζήτηση, που αποτελεί την ατμομηχανή της ανάπτυξης στην Ελλάδα, κυριολεκτικά καταποντίστηκε, εφόσον οι μισθωτοί και συνταξιούχοι έχουν απολέσει μεταξύ 30-35% από μειώσεις μισθών και συντάξεων, ακόμη 12-15% από πρόσθετους φόρους, που εξακολουθούν να βαρύνουν αυτές τις κατηγορίες, και επιπλέον 3-4% απώλειες, εξαιτίας της συρρίκνωσης των υπηρεσιών υγείας και φαρμακευτικής υποστήριξης. Το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών από 44.581Ε το αντίστοιχο τρίμηνο του 2008, Οι μικρομεσαίοι, έμποροι-βιοτέχνες-βιομήχανοι έχουν υποκύψει στην κάθετη πτώση της ζήτησης, για τα προϊόντα τους, αλλά και στην άρνηση των τραπεζών να τους παράσχουν δάνεια. Πόλεις-φαντάσματα θυμίζουν τα αναρίθμητα κλειστά με λουκέτα μαγαζιά. Οι αγρότες έχουν, από καιρό, εξαθλιωθεί από την ΚΑΠ, που κατέστρεψε πολυάριθμες παραδοσιακές καλλιέργειες, αλλά και από την πλήρη απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, που ενθάρρυνε τις εισαγωγές, ακόμη και βασικών γεωργικών προϊόντων, όπως λ.χ. ντομάτες και φρούτα, που λόγω του ελληνικού κλίματος ευνοείται η επιτόπια παραγωγή τους. Οι καταθέσεις των Ελλήνων στις τράπεζες, από 244,2Ε δισεκατομμύρια στο τέλος του 2008 κατέρρευσαν στα 169,9Ε δισεκατομμύρια στο τέλος Αυγούστου του 2013, καταγράφοντας απώλειες 74,3Ε δισεκατομμύρια. Η αγορά εργασίας μας μεταλλάχθηκε ταχύτατα σε τριτοκοσμική, καταργώντας το σύνολο των προστατευτικών μέτρων υπέρ των εργαζομένων. Τα 3,4 εκατομμύρια των Ελλήνων αντιμετωπίζουν δυσκολίες επιβίωσης. Αυτές και σωρεία άλλων δραματικών εξελίξεων, που με όσο καλή διάθεση κι αν αντιμετωπιστούν, δεν μπορεί να ιδωθούν ως success story, αλλά δυστυχώς πρόκειται για ιστορία καταστροφής. Η υποτιθέμενη μνημονιακή ανάπτυξη βασίστηκε διαχρονικά σε 3 πυλώνες: *Ο πρώτος στην έωλη πεποίθηση ότι η εσωτερική υποτίμηση θα αύξανε τις εξαγωγές, και θα σωζόμασταν. Για μικρό χρονικό διάστημα, οι ιαχές νίκης των αρμοδίων βασίστηκαν σε μια δυσδιάκριτη αύξηση των εξαγωγών της τάξης του 0,3% για το 2012, που φυσικά ήταν το αναμενόμενο θλιβερό αποτέλεσμα της βίαιης μείωσης της εσωτερικής κατανάλωσης. Το επίτευγμα ωστόσο, αυτό έληξε άδοξα- αν και επίσης αναμενόμενα- και ήδη καταγράφεται μείωση των εξαγωγών κατά 2%, σε σχέση με το 2012. *Ως δεύτερη οδό δήθεν σωτηρίας μας αναγγέλθηκε στη συνέχεια ένας αναμενόμενος «συνωστισμός» των ΑΞΕ. Αντ’αυτού οι δημόσιες επενδύσεις μας, σε δύο μόλις χρόνια, το 2011 και το 2012, έκαναν μια θανατηφόρα πτώση, της τάξης του 40% περίπου. Και στα αβυσσαλέα αυτά ποσοστά δεν υπολογίζεται, φυσικά, η φθορά των εγκαταστάσεων παραγωγής από τη μη διενέργεια της απαραίτητης, για την ομαλή τους λειτουργία και για τη δυνατότητα αντικατάστασής τους, απόσβεσης. Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι μόνο οι δημόσιες επενδύσεις που καταποντίστηκαν ως συνέπεια των Μνημονίων, αλλά και οι ιδιωτικές: το 2013 οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι το μισό αυτών που πραγματοποιήθηκε το 2007, δηλαδή 13.2% του ΑΕΠ, έναντι 26.7% το 2007. Πως, αλήθεια, και με μόνο αυτό το δεδομένο, να μπορεί να δικαιολογηθεί η αγαλλίαση των αρμοδίων μας της οικονομίας, εξαγγέλλοντας ανάπτυξη για φέτος; Αλλά, και αν παρ’ ελπίδα πραγματοποιηθεί μια τόσο χλωμή ανάπτυξη, όσο η αναμενόμενη του 0.4%, πόσες δεκαετίες θα χρειασθεί η ελληνική οικονομία, για να ανασυγκροτηθεί, από την σχεδόν ολική καταστροφή, που υπέστη στα 5 αυτά τελευταία χρόνια; Πόσες γενιές θα έχουν χαθεί; Και να σκεφθεί κανείς ότι με τις συνθήκες αυτές, που σαφώς παραπέμπουν σε κρανίου τόπο, οι υπεύθυνοι για τα οικονομικά μας, έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για έξοδο από την κρίση, στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Πως είναι δυνατόν να πιστεύουν σοβαρά κάτι τέτοιο; Κερδοσκόποι, ναι, θα έρθουν, ασφαλώς, για να αρπάξουν τον πλούτο μας γύρω στο 10% της αξίας του. Αλλά, και ενώ η κυβέρνησή μας αναμένει τη…συρροή ξένων επενδυτών, μας εγκαταλείπουν μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις όπως η ΦΑΓΕ, η 3Ε και η Βιοχάλκο. Η καταστροφή δεν αφορά μόνο τους μισθωτούς και συνταξιούχους, αλλά επεκτείνεται και στους επιχειρηματίες, έστω κι αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από την πρώτη στιγμή. Η καταστροφή αφορά, ήδη, και το σύνολο της μεσαίας τάξης. * Οι κυβερνητικοί μας αρμόδιοι, μετά την απογοητευτική εξέλιξη των δύο πρώτων δήθεν αναπτυξιακών πυλώνων, επικεντρώθηκαν στην προσπάθεια δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος, στο οποίο απέδωσαν σχεδόν υπερφυσικές ιδιότητες και το οποίο εξήγγειλαν με άκρατο ενθουσιασμό, που όμως, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν τον συμμερίστηκαν οι εταίροι μας, αλλά ούτε και οι σοβαροί έλληνες και ξένοι αναλυτές. Θα μπορούσε κανείς να επεκταθεί σ’αυτό το αμφίβολο, το αιματηρό, το αναποτελεσματικό, το μεταλλαγμένο τελικά πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο: -προερχόμενο από καταποντιζόμενο, και όχι από ανερχόμενο ΑΕΠ αποτελεί αυτό καθαυτό οξύμωρο σχήμα -οι εγκληματικοί τρόποι με τους οποίους αποκτήθηκε αυτό το πρωτογενές πλεόνασμα θα όφειλε να αποτρέπει θριαμβολογίες – αλλά η σπουδαιότερη κριτική εναντίον αυτού του υποτιθέμενου πλεονάσματος, είναι ότι μεταλλάχθηκε με έντονη χρήση δημιουργικής λογιστικής, από απαγορευτικά υψηλό έλλειμμα, της τάξης των 16Ε δισεκατομμυρίων, σε δήθεν πρωτογενές πλεόνασμα – τέλος, έστω κι αν γίνει δεκτό, ως πρωτογενές πλεόνασμα –που δεν είναι- δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα του χρέους που είναι και παραμένει το μεγάλο αγκάθι μας. Η αυστηρή λιτότητα, που αποτελεί την έμμονη ιδέα της Γερμανίδας καγκελαρίου, κατέστρεψε την ελληνική οικονομία, και ταυτόχρονα βύθισε σε μόνιμη ύφεση και σε ισορροπία υποαπασχόλησης, ολόκληρη την Ευρώπη. Η μακροοικονομική πολιτική του J.M. Keynes που εξασφάλισε στα 30 ένδοξα μεταπολεμικά χρόνια ταχύτατους ρυθμούς προόδου στον τότε προηγμένο κόσμο, αλλά και δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος, ξεχάστηκε εντελώς αν και είχε προειδοποιήσει για τα ολέθρια αποτελέσματα της λιτότητας ως εξής: «Περιορίζοντας τις δαπάνες σε περίοδο ύφεσης, αυτό κάνει απλώς χειρότερη την κατάσταση». Δυστυχώς, οι ιδεολογικοί φανατισμοί των αρμοδίων αγνοούν παντελώς το πέρασμα του Keynes από τη Γη, και χρησιμοποίησαν την Ελλάδα ως το πρώτο πειραματόζωο. 2. Γιατί αυτή η καταστροφή;; Μου θέτουν συχνά την ερώτηση: «μα….οι οικονομικοί μας αρμόδιοι δεν γνωρίζουν οικονομικά; Γιατί εφαρμόζουν αυτή την αυτοκτονική για τη χώρα πολιτική, παρότι εδώ και καιρό έχει επισήμως αναγνωριστεί από πολυάριθμες πλευρές. Και η απάντηση είναι, ότι το ενδιαφέρον δεν εστιάζεται στο αν γνωρίζουν ή όχι οικονομικά, αλλά στο ότι αρνούνται να τα εφαρμόσουν. Έχουν δηλαδή αποδεχθεί, από ότι φαίνεται χωρίς αντίδραση, το ρόλο απλών εκτελεστών, αυτού του γενοκτονικού προγράμματος της τρόικας για την Ελλάδα. Ακολουθεί, βέβαια αναπότρεπτα, και άλλο ερώτημα, το γιατί δηλαδή η τρόικα θέλει να μας καταστρέψει. Εδώ οι πιθανές απαντήσεις μπορεί να είναι πολλές και αλληλοσυμπληρούμενες. Επειδή οι ακραιφνείς νεοφιλελεύθεροι πασκίζουν, πέρα από κάθε πραγματικότητα, να αποδείξουν ότι η πολιτική λιτότητας, επιτέλους και για μια φορά επέτυχε. Επειδή ο ευρωπαϊκός Βορράς, και κυρίως η Γερμανία θέλει να καθυποτάξει το Νότο, να τον δουλοποιήσει και να τον μεταλλάξει σε αποικία χρέους. Επειδή η καταστροφή της Ελλάδας και ολόκληρου του ευρωπαϊκού Νότου αποτελεί μέρος της προετοιμασίας της παγκόσμιας διακυβέρνησης. Επειδή, όπως εντελώς πρόσφατα, το δήλωσε ο Ολι Ρεν ως εξής: «Πρώτα θα εφαρμόζονται τα μνημόνια και όταν αυτά αποτυχαίνουν, τότε θα «κουρεύουμε» τις καταθέσεις», θέλουν εκτός του δημόσιου, και τον ιδιωτικό μας πλούτο, εφαρμόζοντας προγράμματα, που εν γνώσει τους, είναι λανθασμένα. 3. Και τώρα; Η σκληρή πραγματικότητα δεν αφήνει περιθώρια για success stories, γιατί ούτε φυσικά έρχονται καλύτερες ημέρες, ούτε βγαίνουμε από τα μνημόνια, ούτε σωζόμαστε με τα αμφισβητήσιμα πρωτογενή και τις δια το θεαθήναι δαπανηρές εξόδους στις αγορές. Η αλήθεια είναι ότι οι εταίροι μας έχουν αποκλείσει νέο κούρεμα του χρέους, συζητούνται διάφορες ελαφρύνσεις που αναφέρονται στο επιτόκιο και το χρόνο ωρίμανσης του χρέους και στο μεταξύ το τρίτο μνημόνιο, με ακόμη σκληρότερους όρους των δύο προηγούμενων είναι καθοδόν. Μπορεί να μην το ονομάσουν μνημόνιο, αλλά κάπως αλλιώς, οπωσδήποτε όμως μέχρι που να αποπληρώσουμε αυτό το τεράστιο χρέος κατά το 75% του, που δεν μπορεί με τίποτε να πληρωθεί, θα είμαστε υπό κηδεμονία, δηλαδή μέχρι μη ορατού χρονικού ορίζοντα. Να υπενθυμίσω ότι πρέπει να αποπληρώσουμε 322, 10Ε δις.-προς το παρόν, γιατί η συνεχής δανειοδότηση, σε συνδυασμό με τη συνεχή πτώση του ΑΕΠ επιδεινώνουν συνεχώς την κατάσταση- από τα οποία τα 168,4 αποτελούν τόκους, ενώ μόνο τα υπόλοιπα 163,7 Ε δις. είναι χρεολύσια. Δηλαδή οι τόκοι υπερβαίνουν το χρέος. Από την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2014 προκύπτει ότι κατά την περίοδο 1992-2013, τα τελευταία 21 χρόνια δηλαδή, οι δαπάνες εξυπηρέτησης χρέους της Κεντρικής Διοίκησης ανέρχονται στο αστρονομικό ποσόν των 563 δισ. ευρώ! Και στο ποσόν αυτό δεν περιλαμβάνονται άλλα 288 δισ. ευρώ που καταβλήθηκαν για εξόφληση βραχυπρόθεσμων τίτλων. Τι άλλη μορφή μπορεί να έχει ένα χρέος επαχθές και απεχθές; Το αδιέξοδο, φυσικά, του οποίου επιτείνεται, με την εσπευσμένη έξοδό μας στις αγορές, που επιβάρυνε το χρέος κατά 2,5Ε δισεκατομμύρια. Καταιγισμός έγκριτων ξένων εντύπων διαπιστώνει το ελληνικό αδιέξοδο, καθώς και τις φρούδες ελπίδες, σχετικά με το πρωτογενές πλεόνασμα, και κάνουν λόγο για «ισόβια ελληνική κρίση» (Wall Street Journal, Bloomberg, New York Times κλπ, κλπ), με αποκορύφωμα την πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ, στην οποία επισημαίνεται σαφώς-σαφέστατα η ανάγκη νέου (τρίτου) Μνημονίου, ενώ προβλέπεται ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες για το 2015 και 2016 θα ανέλθουν σε 25,1Ε και 18,6Ε δισ. ευρώ, αντίστοιχα. Οι παραπάνω διαπιστώσεις βασίζονται σε ψυχρούς αριθμούς και ουδόλως κατευθύνονται, όπως πολλοί αρέσκονται να υποστηρίζουν, προφανώς για αντιπερισπασμό, από αριστερίστικη, λαϊκίστικη, μίζερη ή και ανθελληνική αντιπολιτευτική διάθεση. Να το κατανοήσουμε, παρότι είναι και αυτό θέμα απαγορευμένης συζήτησης. Το αξεπέραστο πρόβλημά μας, είναι η μη βιωσιμότητα του χρέους. Δηλαδή, αυτό το χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί στον αιώνα τον άπαντα, κάτω από τις συνθήκες αυτές της στραγγαλιστικής λιτότητας και της υποχρέωσης εφαρμογής προγραμμάτων, που καταστρέφουν την οικονομία, την κοινωνία, την υγεία, την παιδεία και τη δημόσια διοίκηση. Το ελληνικό πρόβλημα είναι μακροχρόνιο και ως τέτοιο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Όχι ως στιγμιαία λύση, ανάμεσα σε δύο δόσεις, όπως είναι η περίπτωσή μας από την αρχή του ελληνικού δράματος και μέχρι σήμερα. Όλα τα υπόλοιπα, του τύπου, «πάμε καλά», «οι δείκτες βελτιώνονται», τα “success stories”, είναι παραμύθια ώσπου να βγει η ψυχή μας. Δυστυχώς, όλες οι κυβερνήσεις της κρίσεις, συγχέουν, ηθελημένα ή μη, το βραχυχρόνιο με το μακροχρόνιο πρόβλημα. 2. Ποιες οι διέξοδοι;;; Διέξοδοι υπάρχουν, ακόμη, αν και περιορίστηκαν, γιατί αφήσαμε να χαθούν πολλές, πάρα πολλές ευκαιρίες, αναζητώντας τα Εύγε και τα Μπράβο των εταίρων μας, ενόσω βαδίζαμε ακάθεκτα προς τον όλεθρο. Διαθέτουμε, όμως, ακόμη, αρκετά επιχειρήματα, το σπουδαιότερο από τα οποία είναι η γενική πια αναγνώριση ότι ακολουθούμε αδιέξοδο πρόγραμμα, το οποίο μας πηγαίνει κατευθείαν στο γκρεμό. Επιβάλλεται, λοιπόν, να αντιδράσουμε. Αν, αντί να εξευτελιζόμαστε κάθε τόσο, περιμένοντας και αγωνιώντας για τη δόση, αν αντί να υποκύπτουμε σε φρικτούς εκβιασμούς, και να εξαναγκαζόμαστε να θυσιάζουμε για κάθε πρόσθετη δόση περισσότερες Ιφιγένειες, αν αντί να ακούμε παραμύθια για success stories, ενόσω τα πάντα γύρω μας καταποντίζονται, δηλώναμε ότι «δεν πληρώνω, και θέτω τους όρους μου για τη συνέχιση εξόφλησης των χρεών μου, ως ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος», «αν τολμούσαμε να απαντήσουμε στην κυρία Μέρκελ, όταν ανενδοίαστα δήλωσε ότι δεν πληρώνει τις οφειλές της στην Ελλάδα» θα ήμασταν σε απείρως καλύτερη θέση. Θα μας υπολόγιζαν και θα μας σέβονταν. Σε μια τέτοια περίπτωση όχι μόνο δεν θα κινδύνευαν οι μισθοί και οι συντάξεις, αλλά επιπλέον δεν θα είχαμε εξαναγκαστεί να περιορίσουμε, στο βαθμό που το πράξαμε, μισθούς και συντάξεις, δεν θα είχε καταποντιστεί το ΑΕΠ, δεν θα είχε γιγαντωθεί το χρέος, δεν θα είχαν αυτοκτονήσει οι περίπου 5000 αυτόχειρες, δεν θα είχε καταστραφεί η οικονομία και οι προοπτικές της, δεν θα είχε εξοβελιστεί η ζήτηση κάτω από το βάρος μιας ξέφρενης φορολογίας. Το πρώτιστο για την Ελλάδα είναι να εξασφαλίσει, με κάθε τρόπο, τη δυνατότητα υλοποίησης ταχύρυθμης ανάπτυξης, που αποκλείεται στα πλαίσια αυτής της στραγγαλιστικής και μόνιμης λιτότητας. Η ανάπτυξη δεν είναι, ακόμη, δυνατή σε καθεστώς περιορισμένης-δανειζόμενης, από τη Γερμανία με το σταγονόμετρο- ρευστότητας, αλλά ούτε σε καθεστώς απόλυτης ελευθερίας των εισαγωγών. Ακόμη, η ανάπτυξη είναι αδύνατη χωρίς τη βελτίωση του τρόπου κατανομής του εισοδήματος, με στόχο την ενίσχυση της ζήτησης. Η Ελλάδα έχει τεράστιες αναπτυξιακές δυνατότητες, αν δεν εκχωρήσει τον πλούτο και τις παραγωγικές της πηγές, αν ο λαός της αποβάλλει τη μεμψιμοιρία και την έλλειψη αυτοπεποίθησης, που μεθοδικά του έχει υποβληθεί, αν στηριχθεί σε αρχηγό ή και σε ομάδα ικανών και αξιοπρεπών Ελλήνων, που να θέσουν την ανόρθωση της χώρας υπεράνω των προσωπικών φιλοδοξιών για παραμονή τους στην εξουσία. Η στροφή προς το εθνικό μας νόμισμα, απαράδεκτα αργοπορημένη ήταν, ωστόσο, από την αρχή του ελληνικού δράματος και παραμένει, η σανίδα σωτηρίας της Ελλάδας. Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι μέσα από τα τεράστια και μανιασμένα κύματα, που θα προκληθούν, η χώρα μας τελικά θα κατορθώσει να επιπλεύσει. Αν μελετηθούν επιμελώς οι προϋποθέσεις αυτής της επιχείρησης επιστροφής στο εθνικό μας νόμισμα. Αν δείξουμε ότι είμαστε αποφασισμένοι, και κυρίως ότι δεν είμαστε, όπως μέχρι τώρα, τρομοκρατημένοι. Αν εξηγήσουμε στους εταίρους μας, ότι ακριβώς με το εθνικό νόμισμα θα μπορέσουμε να πληρώσουμε το χρέος μας, ενώ χωρίς αυτό, το χρέος θα παραμείνει μη βιώσιμο και η Ελλάδα έρμαιο των δολοφονικών εμπνεύσεων των μνημονίων πρώτης, δεύτερης, τρίτης γενιάς. Αν κατορθώσουμε να περισώσουμε σημαντικό τμήμα της δημόσιας περιουσίας μας, που περιλαμβάνει και τα πλούσια, όπως λέγεται κοιτάσματα πετρελαίου αερίου και πολλών άλλων πολύτιμων κοιτασμάτων. Αν, επιτέλους, μπορέσουμε να συμφωνήσουμε και να στηρίξουμε ενωμένοι τη δραχμή, την οικονομία και τον τόπο μας τότε, η σωτηρία μας μπορεί να γίνει πραγματικότητα, και μάλιστα σχετικά γρήγορα. Τι μπορεί να επιδιώξουμε με τη δραχμή: 1. Απεριόριστη ρευστότητα, η οποία θα διοχετευθεί στην ανάπτυξη. 2. Αναδιανομή, με έμφαση στην ενθάρρυνση της εσωτερικής ζήτησης και, ταυτόχρονα, μετριασμό των κορυφούμενων ανισοτήτων. 3. Περιορισμό των εισαγωγών πολυτελών και ημιπολυτελών αγαθών. 4. Έμφαση, στις δημόσιες επενδύσεις, που θα ανοίξουν το δρόμο για τις ιδιωτικές. 5. Απαίτηση μετατροπής του χρέους στο εθνικό μας νόμισμα, με καταγγελία της υπαγωγής μας στο αγγλικό δίκαιο. 6. Ελεγχόμενος πληθωρισμός που θα αναζωογονήσει την οικονομία και θα περιορίσει το βάρος του χρέους. 7. Κατάρτιση εθνικού αναπτυξιακού προγράμματος με εστίαση, στην αρχή, στην πρωτογενή παραγωγή, ώστε να αντιμετωπιστεί η σε σημαντικό βαθμό ανάγκη αυτάρκειας Η δραχμή δεν έχει τρομακτική όψη. Τρομοκρατεί τους εταίρους μας, γιατί απειλεί να διαλύσει την ευρωζώνη. Είναι, όμως, κρίμα και άδικο να δεχόμαστε παθητικά και κατ’ εξακολούθηση να γινόμαστε εμείς παρανάλωμα για να σωθεί η Ευρώπη. Ιδίως και γιατί μας φέρεται, όπως μας φέρεται. Οπωσδήποτε, τίποτε δεν είναι πιο τρομακτικό, πιο απελπιστικό, πιο αδιέξοδο από αυτά που βιώνουμε και που, όπως όλα δείχνουν, θα εξακολουθήσουμε να υφιστάμεθα, αν δεν τολμήσουμε. Η δραχμή θα φέρει, οπωσδήποτε, μαζί της την ελευθερία κατάρτισης ανεξάρτητης μακροοικονομικής πολιτικής, που να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ιδιορρυθμιών της ελληνικής οικονομίας. Η δραχμή θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να έχει επιλογές, καθώς και όλα τα πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα που εξασφαλίζει σε οικονομία ένα κυρίαρχο εθνικό νόμισμα. Ασφαλώς, υπάρχουν και κίνδυνοι. Αυτοί, κυρίως, εστιάζονται στο ότι δεν υπάρχει προηγούμενο κράτους-μέλους, που να αποχώρησε από την Ευρωζώνη, και συνεπώς όλες οι προβλέψεις και οι εκτιμήσεις είναι έωλες. Οι πολέμιοι μιας τέτοιας επιστροφής αναφέρουν ως κυρίαρχο κίνδυνο τον πληθωρισμό, που θα ακολουθήσει το εγχείρημα. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο πληθωρισμός, εκτός του ότι είναι επιθυμητός στην ελληνική περίπτωση, για να επιταχύνει τους αναπτυξιακούς ρυθμούς, επιπλέον η ύπαρξη τόσο υψηλής ανεργίας τον καθιστά, εκ των προτέρων, ελεγχόμενο, όπως μας δίδαξε ο Keynes. Μέσω ενός ήπιου πληθωρισμού εξάλλου, θα διευκολυνθεί και η αποπληρωμή του χρέους, με την προϋπόθεση ότι, χάρη στην γενική καταγγελία των Μνημονίων κ.λπ.,θα καταστεί δυνατός ο, εκ νέου, υπολογισμός του με βάση τη δραχμή. Είναι ξεκάθαρο, βέβαια, ότι παρά τα κυβερνητικά λεγόμενα περί της δήθεν κυβερνητικής σταθερότητας, της δήθεν βελτίωσης της κατάστασης, το αδιέξοδο γίνεται ολοένα πιο ασφυκτικό και το GREXIT-το οποίο υποστηρίζω από το 2010, αλλά φυσικά με δική μας πρωτοβουλία- επανέρχεται δριμύτερο, από πριν, στο προσκήνιο, με προτάσεις από τους γνωστότερους οικονομολόγους, διεθνώς, που υποστηρίζουν τις ίδιες απόψεις με τη συγγραφέα του ανά χείρας έργου, και όχι μόνο. Αναφέρω, μεταξύ πολλών άλλων, τη σχετική πρόταση του νομπελίστα οικονομολόγου Τζόζεφ Στίγκλιτς, που εκφράστηκε σε συνέδριο επενδυτών της Union-Investment στο Μάιντς Χανς όπου ο Βέρνερ Ζιν και ο Τζόζεφ Στίγκλιτς συζήτησαν για την ευρωκρίση στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Παίρνοντας το λόγο ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Ifo πρότεινε μεταξύ άλλων, προσωρινή έξοδο της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και ίσως και της Ισπανίας από την Ευρωζώνη, με δικαίωμα όμως επανένταξης. Στόχος θα είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Ο οικονομολόγος προτείνει το χρέος να μετατραπεί στο εθνικό νόμισμα. Και το κούρεμα να γίνει στο ύψος που θα προκύψει μετά την υποτίμηση έναντι του ευρώ. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς θεωρεί το κούρεμα «μονόδρομο» και απέδωσε την ευθύνη για τους χαμηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης στη Ευρωζώνη στις μεγάλες ανισότητες στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Τελειώνοντας, να πω ότι η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα δεν αποτελεί επιλογή, μεταξύ πολλών άλλων εναλλακτικών λύσεων. Είναι, δυστυχώς, ο μονόδρομος, που θα μπορούσε, κάτω από κάποιες προϋποθέσεις, να είναι η σωτηρία μας.

(Visited 1 times, 1 visits today)
Close